Δευτέρα 25 Μαΐου 2009

Ποιος θέλει να γίνει Δικαστικός Αντιπρόσωπος ;

Η διαδικασία επιλογής δικαστικών αντιπροσώπων δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή στην πλειοψηφία των συναδέλφων μας και είναι πραγματικά άξιο απορίας γιατί οι σύλλογοι ή ο Α.Π. δεν έχουν εκδώσει κάποια διευκρινιστική ανακοίνωση για τον σχετικό τρόπο επιλογής και τις ποσοστώσεις της κλήρωσης.
Αναδημοσιεύω το παρακάτω κείμενο γιατί έχει ενδιαφέρον για όλους μας:

ΔΙΟΡΙΣΜΟΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΩΝ
Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Σ Η
ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ

Θεσσαλονίκη 25-5-2009

Μετά την πρόσφατη ανακοίνωση των διορισμών των δικαστικών αντιπροσώπων, ενόψει των ευρωεκλογών της 7ης Ιουνίου, κλίμα ηττοπάθειας ή έστω «ρεαλιστικής αντιμετώπισης της πραγματικότητας, στα πλαίσια του εφικτού» κυριαρχεί στη Διοίκηση του Δ.Σ.Θ., σε πλήρη και προφανή αντίθεση με τη γενική διάθεση και εκτίμηση της πλειοψηφίας των συναδέλφων.

ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ, ΩΣΤΟΣΟ, ΕΙΝΑΙ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΤΟΥΣ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ. Έτσι:

* Στις βουλευτικές εκλογές της 7ης Μαρτίου 2004, διορίσθηκαν από το Δ.Σ.Θ. το 78% των συναδέλφων από το γενικό κατάλογο, ενώ συγκριτικά με τις υποβληθείσες τότε αιτήσεις προτίμησης διορίστηκε ποσοστό 84%.
* Στις ευρωεκλογές της 13ης Ιουνίου 2004, διορίστηκαν 2.806 συνάδελφοι σε σύνολο 4.650 αιτήσεων προτίμησης, δηλαδή ποσοστό 60,3%.
* Στις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007 διορίστηκαν 2947 συνάδερφοι σε σύνολο 5132, δηλαδή ποσοστό 57,42%.
* Στις Ευρωεκλογές της 7ης Ιουνίου 2009 διορίσθηκαν 2769 συνάδερφοι σε γενικό σύνολο 5364, δηλαδή ποσοστό 51,62%

Δυστυχώς είναι προφανές ότι για μια ακόμη φορά η επιλογή έγινε σε βάρος των δικηγόρων (και φυσικά και αυτών της Θεσσαλονίκης), τα δε περί του αντιθέτου επιχειρήματα περί δικηγορικού πληθωρισμού και «ρεαλιστικής αποδοχής» της κατάστασης δεν αντέχουν ούτε στη λογική ούτε στην πραγματικότητα.

ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΓΕΓΟΝΟΣ ΟΤΙ:

* Για μια ακόμη φορά αγνοήθηκαν προκλητικά τα πάγια αιτήματα των δικηγόρων (όπως να τηρηθεί η σειρά προτεραιότητας που ορίζει το άρθρο 68 του Π.Δ. 351/2003).
* Υπάρχουν πολλοί συνάδελφοι που δεν διορίστηκαν για δεύτερη και τρίτη συνεχή φορά.
* Στις Ευρωεκλογές του 2004 έμειναν εκτός 1.844 συνάδελφοι, στις Βουλευτικές του 2007 2185 ενώ τώρα 2595.
* Το ποσοστό των δικηγόρων Θεσσαλονίκης που διορίστηκαν κατρακύλησε, από το 78% (στις βουλευτικές εκλογές του 2004), στο 51,62%.
* Αποτελεί σκάνδαλο ο διορισμός δικαστικών υπαλλήλων οι οποίοι εισπράττουν και την αποζημίωση του δικαστικού αντιπροσώπου και την εκλογική αποζημίωση.
* Για μια ακόμη φορά διορίστηκαν σε προνομιακές θέσεις υψηλόμισθοι νομικοί σύμβουλοι, δικαστικοί υπάλληλοι κ.ά. «γνωρίζοντες και κατέχοντες».
* Είναι απαράδεκτος ηθικά ο διορισμός μελών της Διοίκησης του ΔΣΘ, γεγονός που αποδεικνύει πόσο σέβονται εν γένει τους συναδέρφους.

ΟΛΑ ΞΕΚΙΝΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΠΟΣΟΣΤΩΣΗ που επιβάλει ο Άρειος Πάγος. Συγκεκριμένα, όρισε πριν την κλήρωση, ότι από το σύνολο των εκλογικών τμημάτων, το 77,5% αυτών θα καλυφθεί από δικηγόρους, το 17% από δικαστικούς υπαλλήλους, το 3% από ασκούμενους δικηγόρους και το 2,5% από Συμβολαιογράφους και Υποθηκοφύλακες.

Αυτό όμως σημαίνει σε απόλυτα νούμερα, ότι διορίζεται το σύνολο σχεδόν των δικαστικών υπαλλήλων και το 50% περίπου των δικηγόρων όλης της χώρας. Είναι απαράδεκτο η ηγεσία του Σώματος να ανέχεται αυτή τη συνεχιζόμενη πρόκληση και να μην αντιδρά. Εάν δεν διορίζονταν δικαστικοί υπάλληλοι, το ποσοστό των δικηγόρων θα έφθανε στο 65%, που σημαίνει ότι θα διορίζονταν περίπου άλλοι 750 δικηγόροι Θεσσαλονίκης.

Τα παραπάνω στοιχεία είναι λογικώς επόμενο και εν πολλοίς δικαιολογημένο να δημιουργούν σύννεφα και σκοτάδια και ένα γενικό κλίμα καχυποψίας σχετικά με τη διαφάνεια και αντικειμενικότητα της διαδικασίας.

Το επιχείρημα ότι οι διορισμοί εξάγονται μετά από ηλεκτρονική κλήρωση κατά την οποία παρίσταται και δικός μας εκπρόσωπος είναι καταρχάς αδύναμο και ανεπαρκές, καθώς είναι γνωστό ότι η παρουσία του εκπροσώπου μας δεν μπορεί παρά να είναι απολύτως τυπική, ενώ το κρίσιμο στάδιο είναι αυτό της επεξεργασίας των δεδομένων και της εισαγωγής των στοιχείων στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, απαιτείται δηλαδή έλεγχος και παρακολούθηση του ίδιου του κώδικα του προγράμματος.



Και επιτέλους, οι διορισμοί των δικαστικών αντιπροσώπων δεν είναι (μόνο) ζήτημα οικονομικού χαρακτήρα, αλλά είναι οπωσδήποτε ζήτημα δημοκρατίας, νομιμότητας και πλήρους διαφάνειας. Για το λόγο αυτό οι διορισμοί δεν πρέπει μόνο να (υποστηρίζεται ότι) είναι αντικειμενικοί και αμερόληπτοι, αλλά και να φαίνονται τέτοιοι…