Κυριακή 31 Μαΐου 2009

Κατάσχεση αυτοκινήτου με παρακράτηση της κυριότητας

Όταν ο οφειλέτης έχει αγοράσει αυτοκίνητο με παρακράτηση της κυριότητας, η αναγκαστική εκτέλεση έχει ως αντικείμενο το δικαίωμα προσδοκίας του οφειλέτη για την μεταβίβαση της κυριότητας του αυτοκινήτου, εφαρμοζόμενων των άρθρων 1022 επ. του ΚΠολΔ.
Για την επιβολή της αναγκαστικής κατάσχεσης απαιτείται απόφαση του δικαστηρίου, η οποία εκδίδεται με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (1023 παρ. 1). Το δικαστήριο έχει την διακριτική ευχέρεια να επιλέξει τον πλέον προσφορότερο τρόπο για την διάθεση του κατασχετέου, όπως η άμεση του εκχώρηση στον επισπεύδοντα δια συμψηφισμού της αυτού απαίτησης (και αφού αυτός καταβάλει το τυχόν υπόλοιπο των δόσεων, το οποίο λογίζεται ως έξοδο εκτέλεση) ή τη διάθεση του κατασχετέου δια εκουσίου πλειστηριασμού.
Κατά την σχετική μας έρευνα στην νομολογία δεν κατορθώσαμε να εντοπίσουμε απόφασεις, οι οποίες να αφορούν Ι.Χ. αυτοκίνητο, παρά μόνο σε επίπεδο συντηρητικής κατάσχεσης, τις οποίες και σας παραθέτουμε:

Μ.Πρ.Θεσσ. 5558/1998 :

Κατά το άρθρο 1022 ΚΠολΔ, μπορεί να γίνει κατάσχεση και σε περιουσιακά δικαιώματα του καθ' ού, τα οποία δεν αποτελούν αντικείμενο κατασχέσεως κατά τη διαδικασία των άρθρων 953 παρ. 1-2, 982 και 992, ιδίως σε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, ευρεσιτεχνίας, εκμεταλλεύσεως κινηματογραφικών ταινιών, σε απαιτήσεις κατά τρίτων που εξαρτώνται από αντιπαροχή, εφόσον κατά τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου επιτρέπεται η μεταβίβαση αυτών των δικαιωμάτων. Εξάλλου, κατά το άρθρο 1023 του ίδιου Κώδικα, η κατάσχεση των δικαιωμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 1022 διατάσσεται από το Μονομελές Πρωτοδικείο, το οποίο μπορεί να μην επιτρέψει την κατάσχεση αν η ενέργεια της αναγκαστικής εκτελέσεως καθίσταται κατά την κρίση του δυσχερής ή ασύμφορη κατ' αποτέλεσμα. Με τις διατάξεις αυτές ο νομοθέτης δίνει στο δανειστή τη δυνατότητα να κατάσχει οποιοδήποτε περιουσιακό δικαίωμα του οφειλέτη και ολοκληρώνεται έτσι ο κύκλος των υποκειμένων σε κατάσχεση δικαιωμάτων του, δεδομένου ότι στο άρθρο 1022 ΚΠολΔ υπάγεται ό,τι δεν εμπίπτει στα άλλα είδη κατασχέσεων (Μπρίνια, Αναγκ. Εκτ., παρ. 674, υπ' αριθμ. 1022, σελ. 1556-1557), ώστε να καταστεί υπέγγυα στους δανειστές ολόκληρη η περιουσία του οφειλέτη και να μη διαφύγει κανένα αντικείμενο που είναι δυνατόν, με τη δέσμευση και την κατάλληλη αξιοποίηση, να καταλήξει στην ικανοποίηση των δανειστών. Προϋποθέσεις για την επιβολή κατασχέσεως κατά το άρθρο 1022 ΚΠολΔ είναι η ύπαρξη περιουσιακού δικαιώματος (άλλου από τα αναφερόμενα στα άρθρα 953 επ., 982 και 992 επ.) δεκτικού μεταβιβάσεως και έκδοση δικαστικής αποφάσεως. Ως περιουσιακό δικαίωμα εννοείται αυτό που έχει χρηματική αξία στις συναλλαγές, ήτοι όταν υπάρχει η δυνατότητα της μετατροπής του σε χρήμα, ή έστω η δυνατότητα πορισμού χρημάτων απ' αυτό με το μέτρο αξιοποιήσεως που προβλέπει το άρθρο 1024 ΚΠολΔ. Μεταβιβαστικό δικαίωμα είναι και το δικαίωμα αυτού που συμφώνησε με προσύμφωνο την αγορά ακινήτου ή κινητού μετά την αποπληρωμή του τιμήματος, του οποίου η καταβολή συμφωνήθηκε να γίνει τμηματικά, το οποίο περιλαμβάνεται στις απαιτήσεις που μπορούν να κατασχεθούν κατά το άρθρο 1022 ΚΠολΔ.
Η αιτούσα ανώνυμη εταιρία, με την υπό κρίση αίτησή της, ισχυρίζεται ότι είναι δανειστής του καθ' ού η αίτηση για το ποσό των 264.520 δραχμών πλέον τόκων και εξόδων, για το οποίο άλλωστε εξεδόθη η με αριθμό 2234/1997 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, αντίγραφο εξ απογράφου της οποίας, με επιταγή προς πληρωμή, κοινοποιήθηκε στον καθ' ού, πλην όμως αυτός δεν προέβη στην εξόφληση της απαιτήσεως. Δεδομένου ότι ο καθ' ού είναι δικαιούχος δικαιώματος προσδοκίας από αγορά ενός αυτοκινήτου, του οποίου η κυριότητα θα περιέλθει σ' αυτόν με την αποπληρωμή του συνόλου του τιμήματος αγοράς, ζητεί (η αιτούσα) να διαταχθεί η συντηρητική κατάσχεση αυτού (του αυτοκινήτου) καθώς και η αφαίρεσή του από τον καθ' ού και η απόδοσή του σ' αυτήν. Η επίδικη αίτηση, με το ως άνω περιεχόμενο και αίτημα, αρμοδίως και παραδεκτώς εισάγεται προς συζήτηση, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (Κ ΠολΔ 740 παρ. 1, 1023). Είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 746 εδ. β', 747 και 1022 επ. ΚΠολΔ. Από τη με αριθμό 374β'/13.10.1997 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης Η.Π., που προσκομίζει και επικαλείται η αιτούσα, προκύπτει ότι πιστό αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την παραπάνω δικάσιμο, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στον καθ' ού. Ο τελευταίος όμως δεν εμφανίσθηκε στη δικάσιμο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου, μη κωλυομένης όμως της περαιτέρω συζητήσεως της υποθέσεως, αφού, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 754 ΚΠολΔ, θεωρείται ότι είναι παρών.
Όπως αποδεικνύεται από τα μετ' επικλήσεως προσκομιζόμενα έγγραφα, την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα της αιτούσης που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την απόφαση πρακτικά, ο καθ' ού η αίτηση οφείλει στην αιτούσα το ποσό των 264.520 δραχμών, δυνάμει της υπ' αριθμ. 2934/1997 διαταγής πληρωμής του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης. Για την παραπάνω διαταγή πληρωμής έχει επιδοθεί στον καθ' ού η αίτηση αντίγραφο εξ απογράφου με επιταγή προς πληρωμή, αντίγραφο του οποίου προσάγει και επικαλείται η αιτούσα. Ήδη, το οφειλόμενο ποσό από τον καθ' ού η αίτηση στην αιτούσα, ανέρχεται μετά των τόκων και εξόδων στο ποσό των 398.274 δραχμών. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο καθ' ού η αίτηση έχει προβεί στην αγορά ενός μεταχειρισμένου αυτοκινήτου Ε.Ι.Χ. τύπου Seat-131, με αριθμό κυκλοφορίας ΜΡ ..., χρώματος λευκού, το οποίο και κατέχει, χωρίς όμως να έχει καταστεί ακόμα κύριος, δεδομένης της παρακράτησης κυριότητας από τον πωλητή μέχρις αποπληρωμής του τιμήματος από αυτόν. Ο καθ' ού δηλαδή έχει δικαίωμα να αξιώσει τη μεταβίβαση της κυριότητας του προμνησθέντος αυτοκινήτου (δικαίωμα προσδοκίας), έναντι όμως εκπληρώσεως της δικής του παροχής, δηλαδή της πλήρους εξοφλήσεως του τιμήματος. Επιπλέον ο καθ' ού απεδείχθη ότι στερείται παντός ετέρου περιουσιακού στοιχείου. Επομένως, απεδείχθη ότι ο καθ' ού η αίτηση είναι φορέας περιουσιακού δικαιώματος δεκτικού μεταβιβάσεως, το οποίο όμως δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο κατασχέσεως κατά τη διαδικασία των άρθρων 953 παρ. 1-2, 982 και 992 του ΚΠολΔ. Συνεπώς, πρέπει η υπό κρίση αίτηση να γίνει δεκτή και ως ουσία βάσιμη. Περαιτέρω, εφόσον η παρεχόμενη άδεια κατασχέσεως αφορά απαίτηση του καθ' ού, περί μεταβιβάσεως της κυριότητας, τελούσα όμως υπό την αναβλητική αίρεση αποπληρωμής του τιμήματος, ως πρόσφορος τρόπος αξιοποιήσως του δικαιώματος αυτού πρέπει να ορισθεί η μεταβίβαση (δικαστική εκχώρηση) της παραπάνω απαιτήσεως στην αιτούσα, με τον όρο του συμψηφισμού στην απαίτησή της κατά του καθ' ού (398.274 δρχ.) της αξίας του μεταχειρισμένου αυτοκινήτου. Η δε αιτούσα (υπέρ ης η κατάσχεση) με την περιέλευση σ' αυτήν του δικαιώματος του καθ' ού, δικαιούται να επιδιώξει την καταδίκη της πωλήτριας εταιρίας σε δήλωση βουλήσεως, κατά τις διατάξεις των άρθρων 949 ΚΠολΔ και 1192 αριθμ. 4 ΑΚ, καταβάλλοντας σ' αυτήν το υπόλοιπο του τιμήματος, το ύψος του οποίου θα ορισθεί στη σχετική δίκη.

Μ.Πρ.Χαν. 96/2005:

Κατά το άρθρο 1022 ΚΠολΔ, μπορεί να γίνει κατάσχεση και σε περιουσιακά δικαιώματα του καθ' ου, τα οποία δεν αποτελούν αντικείμενο κατασχέσεως κατά τη διαδικασία των άρθρων 953 §§ 1-2, 982 και 992, ιδίως σε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, ευρεσιτεχνίας, εκμεταλλεύσεων κινηματογραφικών ταινιών, σε απαιτήσεις τρίτων που εξαρτώνται από αντιπαροχή, εφόσoν κατά τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου επιτρέπεται η μεταβίβαση αυτών των δικαιωμάτων. Εξάλλου, κατά το άρθρο 1023 του ιδίου Κώδικα, η κατάσχεση των δικαιωμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 1022 διατάσσεται από το Μονομελές Πρωτοδικείο, το οποίο μπορεί να μην επιτρέψει την κατάσχεση αν η ενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης καθίσταται κατά την κρίση του δυσχερής ή ασύμφορη κατ' αποτέλεσμα. Με τις διατάξεις αυτές ο νομοθέτης δίνει στο δανειστή τη δυνατότητα να κατάσχει οποιοδήποτε περιουσιακό δικαίωμα του οφειλέτη και ολοκληρώνεται έτσι ο κύκλος των υποκειμένων σε κατάσχεση δικαιωμάτων του, δεδομένου ότι στο άρθρο 1022 ΚΠολΔ υπάγεται ότι δεν εμπίπτει στα άλλα είδη κατασχέσεων (Μπρίνιας Αναγκ. Εκτέλεση § 674, αρ. 1022, σελ.1556-1557), ώστε να καταστεί υπέγγυα στους δανειστές ολόκληρη η περιουσία του οφειλέτη και να μη διαφύγει κανένα αντικείμενο που είναι δυνατόν, με τη δέσμευση και την κατάλληλη αξιοποίηση, να καταλήξει στην ικανοποίηση των δανειστών. Προϋποθέσεις για την επιβολή κατασχέσεως κατά το άρθρο 1022 ΚΠολΔ είναι η ύπαρξη περιουσιακού δικαιώματος (άλλου από τα αναφερόμενα στα άρθρα 953 επ., 982 και 992 επ.) δεκτικού μεταβιβάσεως και έκδοση δικαστικής απόφασης. Ως περιουσιακό δικαίωμα εννοείται αυτό που έχει χρηματική αξία στις συναλλαγές, ή τοι όταν υπάρχει η δυνατότητα της μετατροπής του σε χρήμα, ή έστω η δυνατότητα πορισμού χρημάτων απ' αυτό με το, μέτρο αξιοποιήσεως που προβλέπει το άρθρο 1022 ΚΠολΔ.Μεταβιβαστικό δικαίωμα είναι και το δικαίωμα αυτού που συμφώνησε με προσύμφωνο την αγορά ακινήτου ή κινητού μετά την αποπληρωμή του τιμήματος, του οποίου η καταβολή συμφωνήθηκε να γίνει τμηματικά, το οποίο περιλαμβάνεται στις απαιτήσεις που μπορούν να κατασχεθούν κατά το άρθρο 1022 ΚΠολΔ. Με την υπό κρίση αίτηση η αιτούσα ανώνυμη εταιρία, ισχυρίζεται ότι είναι δανειστής της καθ' ης η αίτηση για το ποσό των 6.500 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων, για το οποίο άλλωστε εξεδόθη η υπ' αριθ. 456/2004 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδικείου Χανίων, αντίγραφο εξ απογράφου της οποίας, με επιταγή προς πληρωμή, κοινοποιήθηκε στην καθ' ης, πλην όμως αυτή δεν προέβη στην εξόφληση της απαιτήσεως. Δεδομένου ότι η καθ' ης είναι δικαιούχος δικαιώματος πρoσδοκίας από αγορά ενός αυτοκινήτου, του οποίου η κυριότητα θα περιέλθει σ' αυτήν με την αποπληρωμή του συνόλου του τιμήματος αγοράς, ζητεί (η αιτούσα) να διαταχθεί η συντηρητική κατάσχεση του αυτοκινήτου.
Η αίτηση, με το ως άνω περιεχόμενο και αίτημα, αρμοδίως και παραδεκτώς εισάγεται προς συζήτηση, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (740 § 1 ΚΠολΔ,1023). Είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 746 εδ. β', 747 και 1022 επ. ΚΠολΔ). Από την *2004 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Χανίων Μ. Γ., που πρoσκoμίζει και επικαλείται η αιτούσα, προκύπτει ότι πιστό αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την παραπάνω δικάσιμο, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην καθ' ης.

Η τελευταία όμως δεν εμφανίστηκε στη δικάσιμο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου, μη κωλυομένης όμως της περαιτέρω συζητήσεως της υποθέσεως, αφού, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 754 ΚΠολΔ, θεωρείται ότι είναι παρούσα. Από τα προσκομιζόμενα και επικαλoύμενα από την αιτούσα έγγραφα (μάρτυρας δεν εξετάστηκε στο ακροατήριο), αποδεικνύεται ότι η καθ' ης οφείλει στην αιτούσα το ποσό των 6.500 ευρώ, δυνάμει της υπ' αριθ. 456/2004 διαταγής πληρωμής του Ειρηνοδικείου Χανίων. Για την παραπάνω διαταγή πληρωμής έχει επιδοθεί στην καθ' ης η αίτηση αντίγραφο εξ απογράφου με επιταγή προς πληρωμή, αντίγραφο το οποίο προσάγει και επικαλείται η αιτούσα. Ήδη το οφειλόμενο ποσό από την καθ' ης η αίτηση στην αιτούσα, ανέρχεται με τους τόκους και τα έξοδα στο ποσό των 6.741,5 ευρώ.

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η καθ' ης η αίτηση έχει προβεί στην αγορά ενός επιβατικoύ αυτοκινήτου Ι.Χ. τύπου F. - με αριθμό πλαισίου * και αριθ. 1ης κυκλοφορίας ΗΚΖ *, χρώματος μαύρου, το οποίο και κατέχει, χωρίς όμως να έχει καταστεί ακόμη κυρία, δεδομένης της παρακράτησης της κυριότητας από την πωλήτρια εταιρία με την επωνυμία *, που εδρεύει στη Ν. Α. Ηρακλείου, μέχρι την αποπληρωμή του τιμήματος απ' αυτή.

Η καθ' ης δηλαδή έχει δικαίωμα να αξιώσει τη μεταβίβαση της κυριότητας του προμνησθέντος αυτοκινήτου (δικαίωμα προσδοκίας), έναντι όμως εκπληρώσεως της δικής του παροχής, δηλαδή της πλήρους εξοφλήσεως του τιμήματος. Επιπλέον η καθ' ης απεδείχθη ότι στερείται κάθε άλλου περιουσιακού στοιχείου.

Επομένως, απεδείχθη ότι η καθ' ης η αίτηση είναι φορέας περιουσιακού δικαιώματος δεκτικού μεταβιβάσεως, το οποίο όμως δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο κατασχέσεως κατά τη διαδικασία των άρθρων 953 §§1-2, 982 και 992 του ΚΠολΔ. Συνεπώς, πρέπει η υπό κρίση αίτηση να γίνει δεκτή ως ουσία βάσιμη.

Περαιτέρω, εφόσον η παρεχόμενη άδεια κατασχέσεως αφορά απαίτηση της καθ' ης περί μεταβιβάσεως της κυριότητας, τελούσα όμως υπό την αναβλητική αίρεση αποπληρωμής του τιμήματος, ως πρόσφορος τρόπος αξιοποιήσεως του δικαιώματος αυτού πρέπει να οριστεί η μεταβίβαση (δικαστική εκχώρηση) της παραπάνω απαιτήσεως στην αιτούσα, με τον όρο του συμψηφισμού στην απαίτησή της κατά της καθ' ης (6.741,5 ευρώ) της αξίας του αυτοκινήτου η δε αιτούσα (υπέρ ης η κατάσχεση) με την περιέλευση σ' αυτήν του δικαιώματος της καθ' ης, δικαιούται να επιδιώξει την καταδίκη της πωλήτριας εταιρίας σε δήλωση βουλήσεως, κατά τις διατάξεις των άρθρων 949 ΚΠολΔ και 192 αριθ. 4 ΑΚ, καταβάλλοντας σ' αυτήν το υπόλoιπο του τιμήματος, το ύψος του οποίου θα οριστεί στη σχετική δίκη. Τα δικαστικά έξοδα της αιτούσης βαρύνουν την καθ' ης η αίτηση λόγω της ήττας της (άρθρο 176 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

Πέμπτη 28 Μαΐου 2009

7/2009 Ολ. Α.Π. : Επιτρεπτή η κατάσχεση επιχείρησης

Παρατίθεται η πολυαναμένομενη απόφαση της Ολομελείας επί του επιτρεπτού ή μη της κατάσχεσης επιχείρησης ως ειδικό περιουσιακό δικαίωμα κατά τα άρθρα 1022επ του Κ.Πολ.Δ:


Αριθμός 7/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές της Α' Σύνθεσης: Βασίλειο Νικόπουλο, Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, Δημήτριο Κανελλόπουλο, Ηλία Γιαννακάκη, Γεώργιο Πετράκη, Αντιπροέδρους, Ρένα Ασημακοπούλου, Ιωάννη Ιωαννίδη, Ειρήνη Αθανασίου, Ιωάννη-Σπυρίδωνα Τέντε, Μίμη Γραμματικούδη, Αθανάσιο Κουτρομάνο, Βασίλειο Λυκούδη, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Γεώργιο Χρυσικό, Ιωάννη Σίδερη, Νικόλαο Ζαΐρη, Βιολέττα Κυτέα, Βαρβάρα Κριτσωτάκη, Ελένη Σπίτσα, Αντώνιο Αθηναίο - Εισηγητή, Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου, Γεώργιο Γεωργέλλη, Δημήτριο Μουστάκα, Δημήτριο Μαζαράκη, Χαράλαμπο Αθανασίου και Σαράντη Δρινέα, Αρεοπαγίτες, (κωλυομένων των λοιπών Δικαστών της σύνθεσης).

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο κατάστημά του στις 25 Σεπτεμβρίου 2008, με την παρουσία του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Σανιδά και της Γραμματέως Σουλτάνας Κουφιάδου, για να δικάσει μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας - καλούσας: Χ, την οποία εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Φώτιος Σαμαράς, χωρίς να καταθέσει προτάσεις.

Του αναιρεσιβλήτου - καθού η κλήση: Ψ, ο οποίος δεν εμφανίσθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 13.05.2003 αίτηση επιβολής αναγκαστικής κατάσχεσης κατ' άρθρο 1022 Κ.Πολ.Δ., της ήδη αναιρεσείουσας-καλούσας, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αλεξανδρούπολης. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 146/2003 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 132/2004 του Εφετείου Θράκης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησε η αναιρεσείουσα με την από 21.06.2004 αίτησή της.

Στη συνέχεια εκδόθηκε η 1323/2007 απόφαση του Α1 Πολιτικού Τμήματος, η οποία παρέπεμψε την υπόθεση στην Τακτική Ολομέλεια του Δικαστηρίου τούτου. Μετά την πιο πάνω απόφαση και την από 19.02.2008 κλήση της αναιρεσείουσας η προκείμενη υπόθεση φέρεται στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου τούτου.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ανέπτυξε προφορικά τους σχετικούς ισχυρισμούς του και ζήτησε την παραδοχή της αίτησης αναίρεσης και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

Ο Εισαγγελέας, αφού έλαβε τον λόγο από τον Πρόεδρο, πρότεινε ότι ο από το άρθρο 559 αρ. 1 του Κ.Πολ.Δ. μοναδικός λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως είναι βάσιμος και πρέπει να γίνει δεκτός.

Κατόπιν αυτών ο Πρόεδρος έδωσε εκ νέου το λόγο στον πιο πάνω πληρεξούσιο της αναιρεσείουσας, ο οποίος αναφέρθηκε σε όσα προηγούμενα είχε αναπτύξει.

Κατά την 22α Ιανουαρίου 2009, ημέρα που συγκροτήθηκε το παρόν δικαστήριο προκειμένου να διασκεφθεί την ανωτέρω υπόθεση ήταν απόντες οι Αρεοπαγίτες Μίμης Γραμματικούδης και Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου, παρισταμένων πλέον των δεκαπέντε (15) μελών εκ των συμμετασχόντων στη συζήτηση της υπόθεσης, κατ' άρθρο 23 παρ. 2 του ν. 1756/1988, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση με το άρθρο 44 του ν. 3659/2008.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με την από 19-2-2008 κλήση της αναιρεσείουσας νομίμως εισάγεται για συζήτηση στη Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου ο εκ του άρθρου 559 αριθμ. 1 Κ.Πολ.Δ. μοναδικός λόγος της από 21-6-2004 αιτήσεώς της για αναίρεση της υπ' αριθ. 132/2004 αποφάσεως του Εφετείου Θράκης. Η αίτηση αναιρέσεως παραπέμφθηκε στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, με την υπ'αριθμ. 1323/2007 απόφαση του Α1 Πολιτικού Τμήματος αυτού, γιατί κρίθηκε ότι με τον λόγο αυτό δημιουργείται ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος, σύμφωνα με το άρθρο 563 παρ 2 εδ. β Κ.Πολ.Δικ.

Επειδή, από την υπ' αριθμ. ..... έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αλεξανδρούπολης ....., προκύπτει ότι η από 19-2-2008 κλήση της αναιρεσείουσας με την κάτω απ'αυτή πράξη του Προέδρου του Δικαστηρίου αυτού με την οποία ο αναιρεσίβλητος καλείται να εμφανισθεί στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσης συνεδρίαση του δικαστηρίου αυτού, νομοτύπως και εμπροθέσμως επιδόθηκε στον τελευταίο. Συνεπώς, εφόσον αυτός, κατά τα εκ των πρακτικών προκύπτοντα, δεν εμφανίσθηκε κατά την άνω δικάσιμο κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε κατά τη σειρά της από το πινάκιο, αλλά ούτε κατέθεσε την κατά το άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. δήλωση, πρέπει, παρά την απουσία του, το δικαστήριο να προχωρήσει στη συζήτηση της υποθέσεως(άρθρο 576 παρ. 2 Κ.Πολ.Δικ.).

Η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που προβλέπεται ως λόγος αναιρέσεως κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ, είναι δυνατό να έχει ως περιεχόμενο, πλην άλλων, την αιτίαση ότι η αγωγή (ή η αίτηση) επί της οποίας έκρινε σε δεύτερο βαθμό το δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη τελεσίδικη απόφαση, απορρίφθηκε ως μη νόμιμη, ενώ θα έπρεπε να γίνει το αντίθετο σύμφωνα με το συγκεκριμένο κανόνα του ουσιαστικού δικαίου [Ολ.Α.Π. 28/1998]. Εξάλλου, το άρθρο 1022 του ΚΠολΔ, που περιέχεται στο κεφάλαιο για την κατάσχεση ειδικών περιουσιακών στοιχείων, ορίζει, ότι "κατάσχεση μπορεί να γίνει και σε περιουσιακά δικαιώματα εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, τα οποία δεν μπορούν ν' αποτελέσουν αντικείμενο κατάσχεσης κατά τη διαδικασία των άρθρων 953 παρ. 1 και 2, 982 και 992, ιδίως σε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, ευρεσιτεχνίας, εκμετάλλευσης κινηματογραφικών ταινιών, σε απαιτήσεις κατά τρίτων εξαρτώμενες από αντιπαροχή, εφόσον κατά τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου επιτρέπεται η μεταβίβαση αυτών των δικαιωμάτων". Λόγω της ιδιομορφίας, των, κατά το άρθρο 1022 ΚπολΔ, περιουσιακών δικαιωμάτων και της εντεύθεν δυσχέρειας υπαγωγής των θεμάτων, καθ'έκαστο, σε κοινούς κανόνες, καθορίστηκε αφενός μεν το δικαστήριο να διατάσσει την κατάσχεση αυτών, δυνάμενο μάλιστα και να μην επιτρέψει αυτή (άρθ. 1023), αφετέρου δε να ορίζει και τα, κατά την κρίση του, πρόσφορα μέσα για την αξιοποίηση του δικαιώματος (άρθρ. 1024).Επομένως, η επιβολή κατασχέσεως κατά τα άρθρα 1022 επ. ΚΠολΔ προϋποθέτει:1] περιουσιακό δικαίωμα πέραν των διαλαμβανόμενων στα άρθρα 953 επ. 982 επ. και 992 επ., δεκτικό μεταβιβάσεως και 2] δικαστική απόφαση. Ως περιουσιακό δικαίωμα νοείται το δικαίωμα, το οποίο χωρίς να υπόκειται στην κατάσχεση των άνω άρθρων [κινητών, απαιτήσεων και κινητών σε χέρια τρίτου, ακινήτων, πλοίων κλπ] αποτελεί ή είναι δυνατόν να αποτελέσει αντικείμενο ιδιωτικών συναλλαγών, και ως εκ τούτου έχει χρηματική αξία κατά τις συναλλαγές. Γενικά στη ρύθμιση των άρθρων 1022 επ. υπάγεται οποιοδήποτε περιουσιακής φύσεως δικαίωμα του οφειλέτη, μη υποκείμενο σε κατάσχεση κατά τις άνω διατάξεις. Όπως δε προκύπτει και από τη γραμματική διατύπωση του άρθρου 1022, η αναφορά ορισμένων δικαιωμάτων είναι ενδεικτική, και επομένως και άλλα δικαιώματα μη ρητώς κατονομαζόμενα από το νόμο, είναι δυνατόν να κατασχεθούν κατά το σύστημα των άρθρων 1022 επ., που κατά βάση αναζητούνται στο πλαίσιο του ουσιαστικού δικαίου, το οποίο προσδιορίζει τη φύση, έννοια περιεχόμενο, ιδίως δε την υποκειμενική αλλοίωση [μεταβίβαση] και εξέλιξη του δικαιώματος. Περαιτέρω, η απαγόρευση της μεταβιβάσεως του δικαιώματος πρέπει να προκύπτει από το νόμο ή να είναι συνέπεια του προσωποπαγούς χαρακτήρα του. Η επιχείρηση (ως αντικείμενο δικαίου), σύμφωνα με τον επιστημονικό ορισμό που έχει επικρατήσει, αποτελεί σύνολο ποικίλων ανομοιογενών στοιχείων, πραγμάτων, δικαιωμάτων, άϋλων αγαθών[εμπορική επωνυμία, σήμα, διακριτικά γνωρίσματα], πραγματικών καταστάσεων και σχέσεων προς την αγορά στην οποία δραστήριο ποιείται(πελατεία φήμη, θέση καταστήματος, αναπτυξιακές προοπτικές και ελπίδες) το οποίο [σύνολο] τελεί υπό οικονομική οργάνωση και ενότητα που ανήκει σε ορισμένο φορέα. Έτσι η επιχείρηση συνιστά αναμφίβολα μία οικονομική ενότητα, που οργανώνεται στη βάση μιας συγκεκριμένης επιχειρηματικής ιδέας και δραστηριότητας, οι οποίες αποτελούν προϊόν της διανοίας του [φυσικού ή νομικού] επιχειρηματία. Με την έννοια αυτή η επιχείρηση συνιστά αυτή καθαυτή άϋλο αγαθό, που περιλαμβάνει το σύνολο των κατ' ιδίαν εμπραγμάτων, ενοχικών ή άλλων επί άϋλων αγαθών δικαιωμάτων, με τα οποία ο επιχειρηματίας εξουσιάζει καθένα από τα περιουσιακά στοιχεία από τα οποία απαρτίζεται η επιχείρηση, όπως ακίνητα, κινητά, επωνυμία, σήμα, διακριτικά γνωρίσματα. Οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας αναγνωρίζουν την αυτοτέλεια και αυθυπαρξία της επιχείρησης ως συνόλου, αφού προβλέπεται η "μεταβίβαση" "εκποίηση" "πώληση" "επιδίκαση" και "αναγκαστική διαχείριση" επιχείρησης (βλ. άρθρα 479, 1624 εδ. 6, ΑΚ 483, 1034 επ. ΚΠολΔ, 18 ΝΔ 3562/56, 46α Ν. 1892/1990, 4 παρ. 2 Ν. 4112/1929, 22, 2239/94, κ.ά). Αποτελεί επομένως η επιχείρηση, ως σύνολο, αντικείμενο δικαιώματος, που είναι α] περιουσιακό, αφού έχει καθ' εαυτό χρηματική αξία, η οποία πολλές φορές υπερβαίνει το σύνολο της αξίας των περιουσιακών δικαιωμάτων και στοιχείων της, ανεξαρτήτως της χρηματικής αξίας καθενός από τα περιουσιακά δικαιώματα και στοιχεία της επιχείρησης και β]μεταβιβάσιμο, αφού όπως από τα προεκτεθέντα προκύπτει επιτρέπεται από τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου η μεταβίβασή της, η οποία συντελείται δια της μεταβιβάσεως καθενός στοιχείου της. Κατ'ακολουθία, το άϋλο αγαθό της επιχείρησης, ως σύνολο, μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο κατασχέσεως ως ειδικό περιουσιακό στοιχείο κατά το άρθρο 1022 Κ.Πολ.Δικ., κατά το οποίο η έννοια του δικαιώματος δεν είναι η αυστηρά νομική αλλά περιουσιακή, ώστε να περιλαμβάνονται όχι μόνο τα νομικώς αλλά και τα οικονομικώς αυθύπαρκτα δικαιώματα. Η κατάσταση αυτή περιλαμβάνει και τα κατ'ιδίαν (εμπράγματα, ενοχικά κλπ.) δικαιώματα, καθώς και τα ιδιαίτερα δικαιώματα επί άϋλων αγαθών (σήματος, διακριτικού γνωρίσματος κλπ.), εις τρόπον ώστε ο αποκτών δια του πλειστηριασμού να συνεχίζει την επιχείρηση και να καθίσταται δικαιούχος όλων των επί μέρους δικαιωμάτων. Δεν έχει δε σημασία το γεγονός ότι η μεταβίβαση των επί μέρους δικαιωμάτων της επιχείρησης δεν συντελείται με μία πράξη αλλά απαιτείται η τήρηση των διατυπώσεων για την μεταβίβαση καθενός δικαιώματος, ούτε παρεμποδίζει την κατάσχεση της επιχείρησης η καθιέρωση του θεσμού της αναγκαστικής διαχείρισης, ως αυτοτελούς μέσου εκτελέσεως, αντικείμενο της οποίας είναι τα εισοδήματα της επιχείρησης, ενώ με την κατάσχεση αποσκοπείται να περιέλθει στους δανειστές το προϊόν από την εκποίηση της, διατηρείται δε συγχρόνως η επιχείρηση ως ενότητα και αυθύπαρκτη οικονομική μονάδα. Στην προκειμένη περίπτωση, με την ένδικη αίτηση, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλομένη απόφαση, επιδιώκεται η παροχή άδειας στην αναιρεσείουσα για κατάσχεση, ως ειδικού περιουσιακού στοιχείου, της ατομικής επιχείρησης του αναιρεσιβλήτου με αντικείμενο την έκδοση καθημερινής εφημερίδας με τον τίτλο "....." στην ....., και την πώληση της εν λόγω επιχειρήσεως με πλειστηριασμό, προκειμένου να ικανοποιηθεί η περιγραφόμενη στην απόφαση απαίτηση της αναιρεσείουσας. Η αίτηση αυτή, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην αρχή, είναι νόμιμη, και συνεπώς το Εφετείο με την προσβαλλομένη απόφαση του, που έκρινε ότι δεν ήταν νόμιμη διότι η επιχείρηση ως σύνολο δεν μπορεί να καταστεί αντικείμενο κατασχέσεως κατά το άρθρο 1022 Κ.Πολ.Δικ., και κατ'αποδοχή έφεσης που άσκησε ο αναιρεσίβλητος κατά της πρωτόδικης απόφασης, που είχε κρίνει αντιθέτως, αφού εξαφάνισε αυτή και διακράτησε την υπόθεση, απέρριψε την ως άνω αίτηση ως μη νόμιμη, παραβίασε την προαναφερομένη διάταξη του άρθρου 1022 Κ.Πολ.Δικ. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος, ο μοναδικός λόγος της αναίρεσης, που παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια και στηρίζεται στον αριθμό 1 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δικ., αναιρεθεί δε η προσβαλλομένη απόφαση και παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο που την εξέδωσε, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εφόσον αυτό είναι εφικτό (άρθρο 580 παρ. 3 Κ.Πολ.Δικ.). Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί ο αναιρεσίβλητος στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας για όλη την αναιρετική δίκη (άρθρα 176, 183 Κ.Πολ.Δικ.).

Δευτέρα 25 Μαΐου 2009

Ποιος θέλει να γίνει Δικαστικός Αντιπρόσωπος ;

Η διαδικασία επιλογής δικαστικών αντιπροσώπων δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή στην πλειοψηφία των συναδέλφων μας και είναι πραγματικά άξιο απορίας γιατί οι σύλλογοι ή ο Α.Π. δεν έχουν εκδώσει κάποια διευκρινιστική ανακοίνωση για τον σχετικό τρόπο επιλογής και τις ποσοστώσεις της κλήρωσης.
Αναδημοσιεύω το παρακάτω κείμενο γιατί έχει ενδιαφέρον για όλους μας:

ΔΙΟΡΙΣΜΟΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΩΝ
Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Σ Η
ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ

Θεσσαλονίκη 25-5-2009

Μετά την πρόσφατη ανακοίνωση των διορισμών των δικαστικών αντιπροσώπων, ενόψει των ευρωεκλογών της 7ης Ιουνίου, κλίμα ηττοπάθειας ή έστω «ρεαλιστικής αντιμετώπισης της πραγματικότητας, στα πλαίσια του εφικτού» κυριαρχεί στη Διοίκηση του Δ.Σ.Θ., σε πλήρη και προφανή αντίθεση με τη γενική διάθεση και εκτίμηση της πλειοψηφίας των συναδέλφων.

ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ, ΩΣΤΟΣΟ, ΕΙΝΑΙ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΤΟΥΣ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ. Έτσι:

* Στις βουλευτικές εκλογές της 7ης Μαρτίου 2004, διορίσθηκαν από το Δ.Σ.Θ. το 78% των συναδέλφων από το γενικό κατάλογο, ενώ συγκριτικά με τις υποβληθείσες τότε αιτήσεις προτίμησης διορίστηκε ποσοστό 84%.
* Στις ευρωεκλογές της 13ης Ιουνίου 2004, διορίστηκαν 2.806 συνάδελφοι σε σύνολο 4.650 αιτήσεων προτίμησης, δηλαδή ποσοστό 60,3%.
* Στις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007 διορίστηκαν 2947 συνάδερφοι σε σύνολο 5132, δηλαδή ποσοστό 57,42%.
* Στις Ευρωεκλογές της 7ης Ιουνίου 2009 διορίσθηκαν 2769 συνάδερφοι σε γενικό σύνολο 5364, δηλαδή ποσοστό 51,62%

Δυστυχώς είναι προφανές ότι για μια ακόμη φορά η επιλογή έγινε σε βάρος των δικηγόρων (και φυσικά και αυτών της Θεσσαλονίκης), τα δε περί του αντιθέτου επιχειρήματα περί δικηγορικού πληθωρισμού και «ρεαλιστικής αποδοχής» της κατάστασης δεν αντέχουν ούτε στη λογική ούτε στην πραγματικότητα.

ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΓΕΓΟΝΟΣ ΟΤΙ:

* Για μια ακόμη φορά αγνοήθηκαν προκλητικά τα πάγια αιτήματα των δικηγόρων (όπως να τηρηθεί η σειρά προτεραιότητας που ορίζει το άρθρο 68 του Π.Δ. 351/2003).
* Υπάρχουν πολλοί συνάδελφοι που δεν διορίστηκαν για δεύτερη και τρίτη συνεχή φορά.
* Στις Ευρωεκλογές του 2004 έμειναν εκτός 1.844 συνάδελφοι, στις Βουλευτικές του 2007 2185 ενώ τώρα 2595.
* Το ποσοστό των δικηγόρων Θεσσαλονίκης που διορίστηκαν κατρακύλησε, από το 78% (στις βουλευτικές εκλογές του 2004), στο 51,62%.
* Αποτελεί σκάνδαλο ο διορισμός δικαστικών υπαλλήλων οι οποίοι εισπράττουν και την αποζημίωση του δικαστικού αντιπροσώπου και την εκλογική αποζημίωση.
* Για μια ακόμη φορά διορίστηκαν σε προνομιακές θέσεις υψηλόμισθοι νομικοί σύμβουλοι, δικαστικοί υπάλληλοι κ.ά. «γνωρίζοντες και κατέχοντες».
* Είναι απαράδεκτος ηθικά ο διορισμός μελών της Διοίκησης του ΔΣΘ, γεγονός που αποδεικνύει πόσο σέβονται εν γένει τους συναδέρφους.

ΟΛΑ ΞΕΚΙΝΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΠΟΣΟΣΤΩΣΗ που επιβάλει ο Άρειος Πάγος. Συγκεκριμένα, όρισε πριν την κλήρωση, ότι από το σύνολο των εκλογικών τμημάτων, το 77,5% αυτών θα καλυφθεί από δικηγόρους, το 17% από δικαστικούς υπαλλήλους, το 3% από ασκούμενους δικηγόρους και το 2,5% από Συμβολαιογράφους και Υποθηκοφύλακες.

Αυτό όμως σημαίνει σε απόλυτα νούμερα, ότι διορίζεται το σύνολο σχεδόν των δικαστικών υπαλλήλων και το 50% περίπου των δικηγόρων όλης της χώρας. Είναι απαράδεκτο η ηγεσία του Σώματος να ανέχεται αυτή τη συνεχιζόμενη πρόκληση και να μην αντιδρά. Εάν δεν διορίζονταν δικαστικοί υπάλληλοι, το ποσοστό των δικηγόρων θα έφθανε στο 65%, που σημαίνει ότι θα διορίζονταν περίπου άλλοι 750 δικηγόροι Θεσσαλονίκης.

Τα παραπάνω στοιχεία είναι λογικώς επόμενο και εν πολλοίς δικαιολογημένο να δημιουργούν σύννεφα και σκοτάδια και ένα γενικό κλίμα καχυποψίας σχετικά με τη διαφάνεια και αντικειμενικότητα της διαδικασίας.

Το επιχείρημα ότι οι διορισμοί εξάγονται μετά από ηλεκτρονική κλήρωση κατά την οποία παρίσταται και δικός μας εκπρόσωπος είναι καταρχάς αδύναμο και ανεπαρκές, καθώς είναι γνωστό ότι η παρουσία του εκπροσώπου μας δεν μπορεί παρά να είναι απολύτως τυπική, ενώ το κρίσιμο στάδιο είναι αυτό της επεξεργασίας των δεδομένων και της εισαγωγής των στοιχείων στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, απαιτείται δηλαδή έλεγχος και παρακολούθηση του ίδιου του κώδικα του προγράμματος.



Και επιτέλους, οι διορισμοί των δικαστικών αντιπροσώπων δεν είναι (μόνο) ζήτημα οικονομικού χαρακτήρα, αλλά είναι οπωσδήποτε ζήτημα δημοκρατίας, νομιμότητας και πλήρους διαφάνειας. Για το λόγο αυτό οι διορισμοί δεν πρέπει μόνο να (υποστηρίζεται ότι) είναι αντικειμενικοί και αμερόληπτοι, αλλά και να φαίνονται τέτοιοι…